Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2015

Κουρσάρος

Σου είπα ποτέ ότι είμαι πειρατής;;;
Ταξιδεύω πίνοντας κ κουρσεύω άγριες θάλασσες του μυαλού μου.
Πότε θα σταματήσει αυτό το ταξίδι δεν ξέρω.
Νομίζω πως το δικό μου καράβι δεν έχει άγκυρα.
Κάπου κόπηκε κ χάθηκε στη θάλασσα για πάντα.
Έχω πολεμήσει τους πάντες.
Όλα στο σπαθί μου ζυγιάστηκαν κ ξεπλύθηκαν οι πληγές μου με ρούμι.
Βαθιές πληγές,που μόνο όταν είσαι γυμνός φαίνονται.
Με κοίταξαν πολλά μάτια στη ζωή μου...
Το δικό μου κοίταγμα όμως δεν το άντεξε κανένας.
Χειρότερο κ από το σπαθί μου τελικά.
Σαλπάρω σε άδειες θάλασσες εγώ κ οι στεριές που ρίχνω άγκυρα πάντα άδειες είναι.
Τί νόημα έχουν αυτά τα ταξίδια λοιπόν;
Κ αυτό το καράβι ούτε που λέει να βουλιάξει.
Πού είναι τα τέρατα κ οι Λαιστρυγόνες;
Πού είναι οι Σειρήνες;
Τί τραγούδια ακούω στ'αφτιά μου;
Δε με απειλεί κανείς ;;;
Δεν κινδυνευω από κανέναν;;;
Από ποιόν θα κερδίσω τη ζωή μου;
Δεν είναι κανείς εδώ...
Κ σε ποιόν έμπηξα με τέτοιο σθένος το σπαθί μου...;
Ποιόν έριξα στους καρχαριές;;;;;
Γιατί δε μιλάτε;;;;
Θα σας πετάξω όλους στα ψάρια,μιλήστε!
Δειλοί...
Άνανδροι...
Ο τελευταίος χορός θα είναι με τα ψάρια....


Σάββατο 21 Φεβρουαρίου 2015

Αλμυρές Βουτιές

Ψάχνω να βρω κάτι να γράψω ρε συ,αλλά τα μολύβια μου είναι όλα μικρά,σχεδόν τίποτα,από το πολύ ξύσιμο κ οι στυλοί μου έχουν σπάσει όλοι κ μου λέρωσαν χέρια κ ρούχα με μελάνια για πάντα..
Λεκέδες σκούροι,σαν τη θάλασσα,σα να βούτηξα για να ξεχάσω,ελπίζοντας ότι το νερό θα πλύνει την ψυχή μου...
Μια κάθαρση από αλάτι...
Τί πρέπει να βρω;
Τί πρέπει να χάσω;
Ξέρεις πάντα μου άρεσαν αυτά τα κουτάκια που τα κουρδίζεις κ παίζουν μουσική κ η μπαλαρίνα στο κέντρο χορεύει.
Θλιβερά όμορφα.
Κοίτα με!
Δεν ξέρω στην κανονική ζωή,αλλά μες στο κουτί χορεύω όλο χάρη!
Θα βγάλω τα ρούχα μου.
Όλα.
Κ τα μεσα κ τα έξω.
Αν είναι να βουτήξω,θα βουτήξω γυμνή.


"Το πρωτότοκο της γης" απο το "Γαλάζιο Βιβλίο" του Σ.Μυριβήλη.

Πέρασαν ώρες, πέρασαν μέρες, πέρασαν εβδομάδες, πέρασαν μήνες από τότε που ο Σαμπάοθ οργίστηκε και έδιωξε μέσα από τον παράδεισο το ζευγάρι των πρωτόπλαστων ανθρώπων. Νέους κόσμους έφτιαξε, παλιούς κόσμους χαλούσε, να χορτάσει τη χαρά της δημιουργίας ο ωκεάνιος νους του και η φλογερή του καρδιά. Ήθελε να τους ξεχάσει τους δυο καταραμένους, έκανε κι όλας πως δεν τους συλλογιόταν πια, πως δεν τον έμελλε το πού βρίσκονται και πώς τα περνούν. Όμως ο νους του, ολοένα και πετούσε κατά κείνους... Πατέρας! 
Ο Σαμπάοθ είπε επίσημα :

- Ευλογημένη να είναι ετούτη η μέρα της συγχώρεσης, η μέρα του γυρισμού, να λογαριαστεί σαν ακόμη μια μέρα από τις 7 της δημιουργίας, γιατί σήμερα δημιούργησα την συγχώρεση. Σηκώνω την αμαρτία από πάνω σας, θα σας κάνω πάλι αγνούς κι ανήξερους σαν τα πουλιά, θα σας κάνω άγιους σαν τους αγγέλους, αθώους όπως ήσασταν πριν δαγκώσετε το μήλο της αμαρτίας και δείτε την γύμνια σας. 
- ‘Οχι αυτό, έλεος πατέρα βόγκισαν οι δυο άνθρωποι. Αν αληθινά απόμεινε μέσα στην καρδιά σου λίγο έλεος για μας, άφησε μας να φύγουμε πίσω πανάγαθε. Άφησέ μας στο αμάρτημα που έγινε ο πλούτος της ζωής μας. Άφησέ μας στην νόηση του καλού και του κακού που έγινε η πικρή σοφία μας. Άφησέ μας στην γύμνια μας που έλυσε την μοναξιά του κορμιού μας. Συμπάθησε μας Κύριε που κάναμε έναν νέο παράδεισο την κατάρα σου. Βρήκαμε την νέα μας Εδέμ στον έρωτα και τη δημιουργική δουλειά. Μέσα στα δολερά λόγια του φιδιού ήταν μια νέα αλήθεια. 
- Κι ο θάνατος τρελά παιδιά ? Τον λησμονήσατε τον θάνατο που σέρνεται σαν φίδι πίσω από τα βήματά σας από τότε που χάσατε τον παράδεισο. 
- Με τον έρωτα τον νικήσαμε και το θάνατο Κύριε. 
Κι η Εύα σήκωσε στα δυο της χέρια το δέμα που σφιχτά κρατούσε πάνω της τόση ώρα.πάνω στο στήθος της. Μέσα στην αρκουδοπροβιά σάλεψε το μικρό τριανταφυλλί σωματάκι ενός παιδιού. 
- Μέσα από το πρόσωπό του χαμογελούσαν όλοι οι αγγέλοι του χαμένου παραδείσου 
Ευλόγησέ το πατέρα
Ήταν το πρώτο παιδί της γης.

Στρατής Μυριβήλης

Υπάρχουν κάποια λάθη που πρέπει να γίνονται.
Αν δεν χάναμε τον παράδεισο θα χάναμε την ελπίδα να τον ξανακερδίσουμε.
Κι ακόμα κι αν κάποιο λάθος δεν το ξεχάσεις ποτέ και δεν το αφήσεις ποτέ να σε ξεπεράσει...
Υπάρχει πάντα η ελπίδα πως με το χρόνο, θα το καταλάβεις, και θα το συγχωρήσεις.


Πάμε μια βόλτα ;

Πάμε μια βόλτα ;
Απλά,τίποτα ιδιαιτερο,να ανταλλάξουμε ιστορίες ,αλλά όχι πραγματα που έχουμε ζήσει μεχρι τωρα,αυτά πάνε,πέρασαν,δεν έχουν καμία σημασία..
Κομμάτια αληθινά του εαυτού μας ,να κοιτάμε αμήχανα το φεγγάρι ,να γελάσω με την καρδιά μου ,να μου στρίψεις τσιγάρο ,να πίνω μπύρα κ να κάνω θόρυβο με το κουτάκι,οπως τα μικρά οταν πίνουν κατι ,που κάνουν τους μεγάλους να γυρνούν ενοχλημένοι,γιατί δεν ειναι δείγμα καλής συμπεριφοράς να κανεις τέτοιους θορύβους κ κάποια στιγμή θα κρύωσω(ή θα κάνω ότι κρυώνω!) κ τότε θα με πάρεις αγκαλιά . Θέλω εξαιτίας σου να αψηφήσω το κρύο ,όπως έκανα τότε,εκεί πίσω στα 18 που ποτέ δεν έβαζα το μπουφάν μου. Ούτε μαγαζιά ,ούτε αυτοκίνητα ... Εκεί ,στο κρύο ..
Πάμε μια βόλτα ;

Bροχή φύλλων

Κάποιες φορές ,κοιτάω πίσω κ αναπολώ με νοσταλγία κ κάποιες άλλες δε θυμαμαι απολύτως τίποτα. Σα να μην έζησα ποτέ πριν. Σα να με πήραν κ με τοποθετήσανε εδω που στέκομαι . Κάποιες σας θυμαμαι κ κάποιες ενώ σας θυμαμαι ,σα να μη σας έζησα . Σαν κάπου να σας διάβασα ή να σας πήρε το μάτι μου . Κάποια κακογραμμένα κ κακοπαιγμένα 
κ κάποια με τραγική τελειότητα .
Μπορει μια μερα να ξυπνήσω κ όλους εσάς που πέφτατε σα φύλλα φθινοπωρινά πανω μου κ γύρω μου ,να σας είχα δει απλα στον ύπνο μου ή να ήσασταν οι φανταστικοί μου φίλοι . Ή απλα οι φωνές στο κεφάλι μου.
Δεν ξερω κ δεν ξερω κ πότε θα μάθω ..
Ένα ξερω .
Τί ακατάλληλος κόσμος για τα πλάσματα που δεν ξέρουν αν ειναι διαφορετικα μοναδικοί ,άγγελοι ή τέρατα .
Καταδικασμένοι στην απάρνηση ,ψάχνουν να βρουν ο ένας τον άλλον ,αυτοί οι όμοιοι ,απο τη μια ζωή στην αλλη ,κουβαλώντας πάθη κ σταυρούς που μονο αυτοί μπορούν να αντέξουν .
Άργησες φίλε μου , άργησες ..